αδελφοθεΐα

αδελφοθεΐα
ἀδελφοθεΐα, η (Μ)
[ἀδελφόθεος]
1. η συγγένεια με τον Θεό
2. η σύνδεση προσώπων «εν Θεώ».

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • αδελφόθεος — Προσωνυμία του Αποστόλου Ιακώβου. Στην Προς Γαλάτας επιστολή του (1,19), ο Απόστολος Παύλος τον προσαγορεύει αδελφόν του Κυρίου.Όσοι αναφέρονται στην Καινή Διαθήκη ως αδελφοί του Χριστού (Ιάκωβος, Ιωσήφ, Ιούδας, Σίμων) ήταν, σύμφωνα με ορισμένες… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”